Κυριακή 14 Δεκεμβρίου 2008

Η απελπισία είναι επιλογή



Αντικατοπτρίζοντας μνήμες άλλων καιρών,
όλων όσων σε γέλασαν,
σε ράγισαν,
ναυάγησαν οι ελπίδες σ' ένα πέλαγο μαύρο,
καταπώς ζωγραφίζει την ψυχή μου.
Τι ο Θεός, τι ο μη Θεός - δεν έχει σημασία.
Ελένη.
Πέρασαν χρόνια αλήθεια ν' ανταμώσουμε ξανά.
Αβάσταχτη η ζωή, αβάσταχτοι κι οι άνθρωποι,
ποιον να προλάβεις και ποιος σε πρόλαβε,
τι σκέφτηκες,
τι τόλμησες,
το παράκανες,
συθέμελα γκρεμίστηκες,
λερώθηκες για μιαν αθανασία.
Έτσι, λέει, έκριναν πως πρέπει να γίνει.
Χρόνια αβάσταχτα διάλεξαν να σε κεράσουν οι Θεοί.
Ποιος έφταιξε, μη χολοσκάς,
ποιος μερίμνησε, μην αλυχτάς,
παρά μονάχα δοκιμάσου, ανοίξου, φύγε και κορόιδεψέ τον τον καιρό
που σε δοκιμάζει με περισσή ευκολία.
Έτσι με κορόιδεψαν κι εμένα.
Οι Θεοί, ο μη Θεός;
Το σύμπαν;
Ήρα ή Δίας, Αθηνά ή Ερμής - και πάλι δεν έχει σημασία.
Κάποιος με παραπλάνησε πως τάχα θα παρέμβω στην ύστατη στιγμή
και θα αποκαταστήσω αυτά που δεν αποκαθίστανται,
πως θα έχω την τελευταία την κουβέντα,
μα πόσο με πλάνεψαν εκείνες οι προφητείες,
πόσο με γέλασαν,
πόσο ξοδεύτηκα για ένα πουκάμισο αδειανό,
για ένα Τίποτα.

Τι νόημα να δοκιμάζεσαι μιαν ολόκληρη ζωή,
να σου σπιλώνουν νυχθημερόν τ' όνομα,
να σε λυγίζει ο καιρός κι ύστερα να φτάνεις εκεί στο τέλος μόνος,
δικαιωμένος για μάχες κι απάτες αδικοχαμένες από χέρι.
Χωρίς όπλα κι ελέω Θεού θα βγω να κονταροχτυπηθώ με τους ανέμους.
Κι αν απιθώσω έναν Λεβάντε ή κι έναν Μαίστρο ακόμη,
κι αν ευνοηθώ από τους καιρούς,
κι αν έχω για σύμμαχους αυτούς που τόσο με παίδεψαν,
θα επιβάλω μιαν άλλη μοίρα.
Πιότερο σε ξένη γη να ζούσα.
Δίχως φτερά, χωρίς πολλά πολλά,
απλώς να νογώ τουλίπες και ανθρώπους από αλλού φερμένους.
Γονατιστός,
χαμένος,
για ένα νομίζοντας,
πως θα γυρίσει ο ήλιος,
πως δουλεύοντας κι ελπίζοντας θα φανερώσεις ή θα σου φανερωθεί η Άνοιξη.
Μα, για πες μου πώς τη λογαριάζεις εσύ την Άνοιξη;
Μυρτιές κι έλατα, δυόσμοι και ρόδα, λεμονιές και λουίζες,
κοπάδια και πλαγιές, ουρανοί κι αστέρια,
παιδιά και μάνες, της φύσης τα καλά, τα επίσημα φορέματα
Εγώ δεν τα είδα.
Πάρεξ κι αν θα μου αποκαλυφθούν πιο ύστερα,
μετά - σαν θα 'χω κινήσει για άλλη γη, γι' άλλη πατρίδα,
αφού κι αυτοί που αγαπήσαμε μας πόνεσαν πιο πολύ κι απ' τους εχθρούς μας.

Τι τα θες;
Προς τι λοιπόν να αλυχτάς,
προς τι να αποκαταστήσεις το όνομά σου
και προς τι να στέκεσαι ικέτης σ' ένα μνήμα,
να αγωνίζεσαι για πράγματα που έχουν σκουριάσει
πριν ακόμη αντικρίσεις του ηλίου τις αχτίδες.
Δεν είναι σκοτάδια.
Δεν φλερτάρω καμιά ματαιότητα.
Η απελπισία είναι επιλογή.
Για εξουσίες που σου δόθηκαν,
για λάφυρα που κέρδισες,
μα και για λοξές ματιές που ξαστόχησαν,
για ένα τίποτε που σου περίσσεψε και πώς να το χωρέσεις!
Ας πρόσεχα όταν υποτάχθηκα στο νόμο των Θεών.
Και μοιράστηκα ουρανό και γη,
μια να τ' ανεβαίνω τα σκαλιά
και μια να τα κατεβαίνω.
Ας πρόσεχα όταν ξόδευα αλόγιστο αίσθημα,
καθαρό και πλυμένο στους 90,
όταν έσκυβα το κεφάλι στις διαταγές σου,
όταν ανεχόμουνα του λύκου τις δαγκωματιές.
Μου στοίχισε.
Να μπορείς και να μην μπορείς, δεν είναι λογική αυτό.

Προσεχώς, λοιπόν.



Το κείμενο έγραψε ο Θοδωρής Γρηγοριάδης.







Ελένη του Ευριπίδη

2 σχόλια:

  1. Καταπληκτική παράσταση, ευρηματική σκηνοθεσία, πολύ καλή προσαρμογή διαλόγων και πολύ καλές ερμνηνείες! Μπράβο, παιδιά! Συνεχίστε έτσι!
    Καθηγητές του Γυμνασίου Καλινδοίων

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. i parastasi ta espase....eiste souper oloi....ALLA.............o theoklimenos...axxxx kouklossssss....kiko

    ΑπάντησηΔιαγραφή