Δευτέρα 27 Οκτωβρίου 2008

Είναι η Ελένη, φαίνεται να είναι...

Ο Χορός λέει:

-Το παρελθόν είναι όλο εκεί, στο πρόσωπο της. Είναι γραμμενο πάνω της σαν μια ιστορία. Η ιστορία της οικογένειάς
της. Η ιστορία της πατρίδας της. Της πατρίδας που έθρεψε
γενιές και γενιές.

Είναι το κορίτσι της διπλανής πόρτας
Είναι το σημάδι στο λαιμό
Είναι η αφορμή για τον Τρωικό Πόλεμο.

Είναι πριγκίπισσα
Είναι ηθοποιός
Είναι αλήτισσα
Οδηγός-συνοδηγός.

Είναι μοιραία γυναίκα
Είναι λάμα αιχμηρή
Παίρνει άριστα δέκα
Έξυπνη και πονηρή.

Ταξιδεύει στη Δύση Συλλέγει παλιά
Κι όταν μπορεί να μιλήσει
Δεν βγάζει μιλιά.

(M.Crimp, «Attempts on her life».)



Η Γραυς λέει:

Ελένη λοιπόν
Σε λένε
Σελάνα που μόνη πλανιέται
Εκείνη
Γιατί δεν την παίζουνε
Οι φιλενάδες της.

Ε. Βακαλό, «Του κόσμου»



Ο Μενέλαος λέει:

Μια νύχτα κάτω δάσος σκοτεινό
κι απάνω η ατμόσφαιρα σαν ώρα εγκλήματος
σε κάμαρη φριχτού ξενοδοχείου η Ελένη
βυθίζοντας τα χείλη μου σε φίλημα βαθύ
κειτότανε κι ευώδιαζε κήπος της Μεσογείου.
Στον τοίχο απέναντι μια άσπρη λουρίδα
χυνότανε φωτός. Κραυγές έξω στο δρόμο γύρευαν
αίμα κι υποταγή. Κι ήταν όπως τις εποχές
που γύριζα σε πολιτείες αλλοτινές γεμάτες καταχνιά
και πλήθος έκαιγαν οι δάδες στα τετράγωνα
ενώ γυμνή της νύχτας άστρο κόκκινο
μες σε καπνούς που θόλωναν κι αλκοόλ
με μάτια ημίκλειστα και σάρκα μαύρη
η Ελένη εχόρευε.

Τ. Σινόπουλος, Συλλογή Ι (1951-1964).



Ο Άγγελος λέει:


Έλα· σε χρειαζόμαστε όχι μόνο τη νίκη, μα, προπάντων,
μετά τη νίκη· — όταν θα μπούμε, όσοι απομείνουμε, ξανά στα
καράβια, γυρίζοντας
μαζί με την Ελένη, γερασμένη κατά δέκα χρόνια,
με αλλοιωμένη προφορά, με παραστάσεις άλλες μες στα μάτια
της,
κρύβοντας σε μακριά, χρυσοποίκιλτα πέπλα
την ξενητειά της και τα γερατειά της, κρύβοντας
μες στα δικά της πέπλα και τη δική μας ξενητειά, την τύψη,
την απελπισία
και τον μεγάλο, αφυγάδευτο τρόμο της ερώτησης:
γιατί ήρθαμε, γιατί πολεμήσαμε, γιατί και πού επιστρέφουμε;

Γ. Ρίτσος, «Φιλοκτήτης».


Η Θεονόη λέει:

Γλαυκό! Είμαι εγώ. Πέρα από τ’ άντρα φθάνω του θανάτου.
Ακούω την πτήση των κουπιών, οι βουερές του πόντου
κογχύλες κι οι πολεμικές σάλπιγγες, να ρυθμίζουν.
Τη βοή δεσμεύει το λαμπρό των ερετών τραγούδι.

Και οι θεοί! στην ηρωική πρώρα του πλοίου εξημμένοι,
με το αρχαίο, που προσβάλλει ο αφρός, χαμόγελο τους,
σε μένα απλώνουν τα γλυπτά κι ενδοτικά τους χέρια

Ρ.Valery, Album de Vers anciens.



Ο Τεύκρος λέει:

Έζησα τη ζωή μου ακούγοντας ονόματα πρωτάκουστα:
καινούργιος τόπος, καινούργιες τρέλες των ανθρώπων
ή των θεών·
Πού είναι η αλήθεια;
Ήμουν κι εγώ στον πόλεμο τοξότης·
το ριζικό μου, ενός ανθρώπου που ξαστόχησε.

Γ. Σεφέρης, «Ελένη».




Ο Θεοκλύμενος λέει:

Η Ελένη
πριν από χρόνια επέστρεψε στη Σπάρτη. Εδώ, μας έχει αφήσει
κάτι φθαρμένα αραχνοΰφαντα πέπλα της και κάτι
άδεια κρυστάλλινα φιαλίδια αρωμάτων. Με αυτά
ξεγελαστήκαμε αρκετό καιρό σ’ επίμονες αναπολήσεις,
ξεγελάσαμε ακόμη και τους άλλους· —κανένας δεν κατάλαβε.

Ρίτσος, «Ελάχιστα κατάλοιπα».





Οι Διόσκουροι λένε:

Πριν γίνη κτήμα κανενός, χτήμα είν’ αυτή του κόσμου·
το κάλλος της και η δόξα της το φοβερό είναι κέρδος
που βασιλιάδες και λαοί, πάνω στης γης το χτύπο,
κάτου απ’ τον τρόμο τ’ ουρανού, πολεμάν ποιος να πάρει.
Είναι οποιανού την άρπαξε, την αγαπά, την έχει,
και πιο πολύ όποιου την κρατά κι όποιου τη διαφεντεύει
ενάντια και στην αρπαγή των Ουρανίων ακόμα,
που τριγυρίζει ο πόθος τους κίντυνος και ξαφνίζει.
Είναι ο Μενέλαος πολύ και αδύνατος και γέρος.

E. Verhaeren, «Η Ελένη της Σπάρτης».



Ο Άγγελος λέει:


Τι ωραία που είσαι τώρα που δεν υπάρχει πια
Η τέφρα του θανάτου σ’ έγδυσε κι απ’ την ψυχή σου ακόμη
Τι ποθητή που είσαι απ’ τον καιρό που αφανιστήκαμε.

R-J Jouve, «Ελένη».




Η Ελένη λέει:

Θαρρώ πως κάποιος άλλος μου αφηγήθηκε, με ολότελα άχρωμη
φωνή, ένα βράδι,
τα περιστατικά της ζωής μου· κ’ εγώ νύσταζα· μέσα μου ευχόμουν
να σταματήσει επιτέλους· να μπορέσω να κλείσω τα μάτια,
να κοιμηθώ.

Γ. Ρίτσος, «Ελένη».





Ελένη του Ευριπίδη

1 σχόλιο:

  1. ΠΑΙΔΙΑ ΗΣΑΣΤΑΝ ΠΟΛΥ ΚΑΛΟΙ.ΗΕΘΑΜΕ ΣΤΙΣ 27/11 ΜΕ ΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΜΟΥ ΚΑΙ ΠΕΡΑΣΑΜΕ ΠΟΛΥ ΩΡΑΙΑ. ΑΜΑΛΙΑ ΕΙΣΑΙ ΠΟΛΥ ΩΡΑΙΑ. ΣΤΑΥΡΟΣ ΑΠΟ 6ο ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΕΥΟΣΜΟΥ

    ΑπάντησηΔιαγραφή